Το κοινωνικό μοντέλο κατανόησης της αναπηρίας.

Έργο: Μανώλης Αντωνάκης, Άτιτλο, λάδι σε καμβά, 50 Χ 70 εκ. Πηγή: https://www.catisart.gr

Μέσα στα χρόνια έχουν αναπτυχθεί πολλές οπτικές και ορισμοί που αφορούν στην έννοια της αναπηρίας αλλά και των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών. Κυριαρχικό ρόλο, βέβαια, εδώ και αρκετό καιρό αποτελεί το ιατρικό μοντέλο της αναπηρίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που υποστηρίζει έννοιες όπως η ασθένεια, η ανικανότητα και το πρόβλημα (Goelen, 2006). 

Στον αντίποδα του ιατρικού μοντέλου, αναπτύχθηκε μία εντελώς διαφορετική οπτική επάνω στο θέμα, το λεγόμενο και “κοινωνικό μοντέλο κατανόησης της αναπηρίας”.

«Κατά την άποψή μας, η κοινωνία είναι αυτή που καθιστά ανάπηρους τους ανθρώπους με σωματικές βλάβες. Η αναπηρία επιβάλλεται επιπρόσθετα από τις βλάβες μας με τρόπο τέτοιο που απομονωνόμαστε χωρίς λόγο και αποκλειόμαστε από την πλήρη συμμετοχή μας στην κοινωνία», δημοσιεύτηκε στις Θεμελιώδεις αρχές της αναπηρίας από την Ένωση Αναπήρων κατά του Ρατσισμού (Union of Physically Impaired Against Segregation) το 1976.

Σε ένα κόσμο όπου ο όρος «ειδικές ανάγκες» συνεχίζει να χρησιμοποιείται ανεμπόδιστα, φαίνεται να υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να κατανοήσουν δύο βασικούς πυλώνες μίας κοινωνίας με ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Κατά πρώτον, ο όρος ειδικές ανάγκες δηλώνει μία ανεπάρκεια της πολιτείας για κατανόηση της ισότητας και της ανθρώπινης χειραφέτησης. Σε ένα δεύτερο πλάνο, οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι, αντικατέστησαν αυτοβούλως τον παρωχημένο όρο «ειδικές ανάγκες» με τον όρο «ανάπηροι/ανάπηρες». Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι υπάρχουν άνθρωποι που εντελώς συνειδητά αρνούνται τον αυτοπροσδιορισμό μίας ομάδας άλλων ατόμων, αγνοώντας επί της ουσίας το δικαίωμα για μία ταυτότητα αυτό-προσδιορισμού (Gray, 2003).

Ζώντας σε ένα περιβάλλον όπου η επικράτηση διάφορων μοντέλων για την αναπηρία αλλάζει συνεχώς, η γέννηση ενός νέου σίγουρα μπορεί να προβληματίσει αλλά και να δυσκολέψει στη συνειδητή κι ασυνείδητη κατανόηση του (Oliver, 2009). Το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας λοιπόν, αν και έχει τις ρίζες του πολύ παλιά τοποθετημένες, έχει έρθει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια, κυρίως χάρη σε ακτιβιστικές οργανώσεις (συνήθως αποτελούμενες από ανθρώπους με αναπηρία – όπως η «Κίνηση Χειραφέτησης ΑμεΑ»). 

Με άλλα λόγια, το κοινωνικό μοντέλο κατανόησης της αναπηρίας δε θεωρεί την αναπηρία ένα από τα ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά του/της ανθρώπου αλλά ένα κοινωνικό κατασκεύασμα. Προσπαθεί να μετατοπίσει την εστίαση από τους λειτουργικούς περιορισμούς του ατόμου στα προβλήματα που προκαλούνται από το ‘περιβάλλον’. Εστιάζει στα διάφορα οικονομικά, περιβαλλοντικά και πολιτιστικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι εκείνοι που θεωρούνται από τους άλλους ότι έχουν κάποιας μορφής ‘βλάβη’ – είτε σωματική, είτε αισθητηριακή, είτε πνευματική (Swain et. al., 2003).

Βάσει του κοινωνικού μοντέλου, η αναπηρία είναι το παράγωγο σωματικών/φυσικών, οργανικών και συμπεριφορικών εμποδίων που υπάρχουν στην ίδια την κοινωνία, τα οποία και οδηγούν στη διάκριση. Η εξάλειψη της διάκρισης απαιτεί αλλαγή  στην προσέγγιση και τον τρόπο σκέψης που δομούν την κοινωνία. Το μοντέλο αυτό  αντιλαμβάνεται τον ανάπηρο ως κομμάτι της οικονομικής, περιβαλλοντικής και πολιτιστικής κοινωνίας. Τα εμπόδια τα οποία αποτρέπουν την εκάστοτε μονάδα να παίξει ενεργό ρόλο στην κοινωνία είναι το πρόβλημα και τελικά όχι η ίδια η μονάδα. Το κοινωνικό πρότυπο έχει αναπτυχθεί με σκοπό να εξαλείψει αυτά τα εμπόδια, έτσι ώστε οι άνθρωποι με αναπηρία να έχουν ίσες ευκαιρίες με οποιονδήποτε άλλον/η στο να καθορίζουν οι ίδιοι/ες τον τρόπο ζωής τους (Thomas 2004).

Η αναπηρία όπως είπε και ο Townsend το 1981 είναι μια κατηγορία «σύνθετη, μεταβλητή, απρόβλεπτη και καθιερωμένη που δεν μπορεί να μειωθεί σε έναν απλό ορισμό ταυτότητας, ή να προσεγγιστεί με ένα συγκεκριμένο μοντέλο ή ένα συμπαγές πολιτικό πρόγραμμα».

Σύμφωνα με τη Fraser (2000), είναι παράδοξο σε μια εποχή που οι οικονομικές ανισότητες είναι τόσο μεγάλες, να στρέφεται το ενδιαφέρον σε διαδικασίες που σχετίζονται με τους πολιτισμικούς παράγοντες. Σύμφωνα με την ίδια, η προσκόλληση στους πολιτισμικούς παράγοντες μπορεί να εντείνει τις οικονομικές ανισότητες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συνέχεια ενός καπιταλιστικού συστήματος που εδραιώνει τον εξουσιαστή και τον εξουσιαζόμενο με άκριτους δεσμούς.

Όσον αφορά στη μετέπειτα θεωρητική ανάλυση της αναπηρίας, θα πρέπει να εστιαστεί στους παρακάτω τέσσερις πυλώνες: 

  • την πολιτική οικονομία της αναπηρίας
  • τη θεωρητικοποίηση της διαφοράς
  • τις συνέπειες της βλάβης
  • και τον  ψυχοσυναισθηματικό μισαναπηρισμό 

(Barnes et. al., 2002)

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η νομική βάση για τη δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά στην αναπηρία παρέχεται από το άρθρο 13 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης, που χρονολογεί από το 1999, η οποία επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «…να λάβει κατάλληλα μέτρα να καταπολεμηθεί η διάκριση βασισμένη στο φύλο, τη φυλετική ή εθνική προέλευση, τη θρησκεία ή την πεποίθηση, την αναπηρία, την ηλικία και το σεξουαλικό προσανατολισμό». Έχει εκφραστεί με ποικίλες μορφές, όπως ο χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, παραδείγματος χάριν, στην ανακοίνωση της Επιτροπής «…προς μια Ευρώπη χωρίς εμπόδιο για τους ανθρώπους με αναπηρίες…». (Goelen 2006).

Παναγιώτης Μπαρμπαγιάννης

Εργοθεραπευτής, ΜSc

Κριτική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση Εκπαιδευτικών

Παιδαγωγική Θεάτρου Ι Θεατρικό Παιχνίδι

Μέλος της επιστημονικής ομάδας του Εργαστηρίου Συστημικής Ψυχολογίας και Παιδαγωγικής Ροδάκινο.

Βιβλιογραφία

Barnes, C., Oliver, M. and Barton, L. (2002). Introduction. In: C. Barnes, M. Oliver, and L. Barton, (eds). Disability Studies Today. Cambridge: Polity Press.

Fraser, N. (2000). Rethinking Recognition. New Left Review, 3: 107–120.

Goelen, W. (2006). The EU Strategy on Disability. EU Disability Action Plan.

Gray, C. (2003). Κοινωνική προσαρμογή (Ε. Μιχαλέτου, Μτφρ.). Αθήνα: Σαββάλας

Oliver, M. (2009). Understanding Disability: From Theory to Practice (2nd ed.). New York: Palgrave.

Swain, J., French, S. and Cameron, C. (2003). Controversial Issues in a DisablingSociety. Buckingham: OU Press.

Thomas, C. (2004). Disability and impairment. In: J. Swain, S. French, C. Barnes and C. Thomas, (eds). Disabling Barriers – Enabling Environments. London: SAGE, pp. 21-27.

Townsend, P. (1981). Disability in Britain: a manifesto of rights. Oxford: Martin Robertson.

Union of Physically Impaired Against Segregation, (1976). Fundamental Principles of Disability. London.

One comment

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s